Φημισμένα για τις υπέροχες γεύσεις τους και αγαπημένα για τις εκπλήξεις τους είναι τα τσιπουράδικα του Βόλου, που αποτελούν αναπόσπαστο «πρέπει» για τον κάθε επισκέπτη αλλά και για τον κάθε ντόπιο που σέβεται τον ουρανίσκο του και ευφραίνεται η ψυχή του. Άλλωστε είναι τόσα πολλά στην ευρύτερη περιοχή του Βόλου που πραγματικά δεν ξέρει κάποιος ποιο να επισκεφθεί. Λίγα όμως έχουν και προσφέρουν τον κορυφαίο μεζέ που σπανίζει και είναι περιζήτητος. Άγνωστος μεζές για τους πολλούς, λιχουδιά απίστευτη για τους μυημένους και γνώστες της θάλασσας.
Πρόκειται για τους κολιτσιάνους, που δεν είναι τίποτα περισσότερο από μικρά φυτά της θάλασσας που οι γνωρίζοντες τα αποκαλούν θαλάσσιες ανεμώνες και βρίσκονται κολλημένοι πάνω στα βράχια και τις πέτρες στα ρηχά νερά που σαφώς πρέπει να είναι καθαρά. Οι θαλάσσιες αυτές ανεμώνες κουνούν τα πλοκάμια τους ή τους βλαστούς τους και μαζεύουν την τροφή τους αμέριμνοι, μέχρι να τους ξεκολλήσει κάποιος από τη βάση τους με ένα μαχαίρι ή άλλο εργαλείο.
Απαιτείται όμως μεγάλη προσοχή διότι αν κατά την προσπάθεια αποκόλλησης από τον βράχο, οι βλαστοί ή τα πλοκάμια τους κολλήσουν στο δέρμα προκαλούν πολύ δυνατό κνησμό και τσούζουν για 2 έως και 3 ημέρες αφήνοντας μία έντονη κοκκινίλα.
Και όταν ολοκληρωθεί η συλλογή τους, τους βάζουμε σε ένα τρυπητό, τους ξεπλένουμε με άφθονο νερό για να φύγουν τα πετραδάκια και η άμμος και τους αφήνουμε μέχρις ότου μαλακώσουν σαν τα μικρά χταπόδια.
Μετά από αυτή τη διαδικασία ακολουθεί το αλεύρωμα και το τηγάνισμα και οι μυρωδιές είναι γεμάτες θαλασσινό ιώδιο, αφού δημιουργείται μία θεϊκή στη γεύση κρούστα αλευριού και μέσα υπάρχει μαλακός και ζεστός ο κολιτσιάνος , που μυρίζει θάλασσα. Και οι γύρες με τα τσίπουρα διαδέχονται το ένα το άλλο.
Οι κολιτσιάνοι υπάρχουν παντού, όπου υπάρχουν βραχάκια και πέτρες αλλά λιγοστοί είναι αυτοί που τους αναγνωρίζουν.
Στον Βόλο τους «έφεραν» στα τραπέζια των τσιπουροκτανύξεων οι πρόσφυγες από τη Σμύρνη και κυρίως οι Εγγλεζονησιώτες και οι Αγνουσιώτες και έκπληκτοι οι ντόπιοι γεύτηκαν την απίστευτη νοστιμιά που είχαν στη θάλασσά τους αλλά την αγνοούσαν.
Τα τσιπουράδικα στον Βόλο είναι λιγοστά που διαθέτουν τους κολιτσιάνους ως μεζέ. Δύσκολο να τους βρεις και κοστοβόροι στη συλλογή τους. Οι μαγαζάτορες που τους προσφέρουν, γνωρίζουν την ιδιαιτερότητα του συγκεκριμένου μεζέ και απευθύνονται στους λίγους μυημένους πελάτες.
Η βασίλισσα Σοφία της Ισπανίας, που μεγάλωσε στην Ελλάδα, όταν επισκέφθηκε πριν από λίγα χρόνια τον Βόλο και γευμάτισε σε γνωστό τσιπουράδικο το πρώτο που ζήτησε ήταν να σερβιριστούν κολιτσιάνοι στο τραπέζι μαζί με τις υπόλοιπες λιχουδιές της θάλασσας.
Στο τσιπουράδικο «Προσφυγάκι» στη Νέα Ιωνία ο Πέτρος που είναι η ψυχή της κουζίνας είπε προς το ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι «όσοι έρχονται και γνωρίζουν τους κολιτσιάνους είναι το πρώτο πιάτο που ζητούν με τα τσίπουρά τους. Αρκεί να βοηθά ο καιρός και κυρίως η εποχή για να τους βγάλουμε από τη θάλασσα και αυτός είναι ο λόγος που δεν έχουμε πάντα κολιτσιάνους. Όταν όμως είναι η εποχή τους, γίνονται ανάρπαστοι».
Στη Νέα Ιωνία υπάρχουν τα τσιπουράδικα που σερβίρουν κολιτσιάνους γιατί εκεί είναι τα παραδοσιακά και τα αληθινά κουτούκια.
Ο Βασίλης Μπόκος με το ομώνυμο πασίγνωστο τσιπουράδικο προσφέρει τον θεϊκό μεζέ μόνο σε όσους τον ζητήσουν και μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ είπε ότι «είναι δύσκολο να τον βρεις τον κολιτσιάνο, δύσκολο να τον βγάλεις από τη θάλασσα και εξαρτάται και από την εποχή. Δεν είναι ένας εύκολος και φθηνός μεζές. Και να μην ξεχνάμε ότι στη γεύση ή θα τον λατρέψεις ή δεν θα τον ξαναζητήσεις».
Φώτο: (X)
ΑΠΕ-ΜΠΕ του Η. Παπαδημητρίου